Εμμανουήλ Ροΐδης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Divineale (συζήτηση | Συνεισφορές)
Divineale (συζήτηση | Συνεισφορές)
μερικά ακόμη με πηγές, έβγαλα το {πηγές} έμειναν λίγα προς έλεγχο
Γραμμή 1:
{{WdΕικόνα|λεζάντα=Εμμανουήλ Ροΐδης}}
Ο '''[[w:Εμμανουήλ Ροΐδης|Εμμανουήλ Ροΐδης]]''' (28 Ιουλίου 1836 – 7 Ιανουαρίου 1904) ήταν σημαντικός Έλληνας λογοτέχνης.
 
== Αποφθέγματα ==
 
{{πηγές}}
* Απαραίτητος όρος αρμονικής συμβιώσεως με γυναίκα φιλάρεσκον είναι ν' αποκρύπτει τις επιμελώς δύο τινά: τα εννέα δέκατα της αγάπης του και το ήμισυ τουλάχιστον της περιουσίας του.
**''[[s:Ψυχολογία Συριανού συζύγου|Ψυχολογία Συριανού συζύγου]]'' (1894)
 
* [...] δια μόνης της [[δυσπιστία]]ς, της [[ζήλια|ζηλείας]] και της ανησυχίας δύναται ο [[πόθος]] να διατηρηθή ακμαίος.
** ''[[s:Ψυχολογία Συριανού συζύγου|Ψυχολογία Συριανού συζύγου]]'' (1894)
 
* Εις νόμος απαιτείται εις αυτήν τη χώραν, ο οποίος να επιτάσσει την εφαρμογήν όλων των υπολοίπων νόμων.
 
* Έκαστος τόπος έχει την πληγήν του: Η Αγγλία την ομίχλην, η Αίγυπτος τας οφθαλμίας, η Βλαχία τας ακρίδας και η Ελλάς τους Έλληνας.
 
* Η διάνοια του [[Έλληνας|Έλληνος]] είναι αγρός, τον οποίον ούτος αφίνει ως επί το πολύ χέρσον, διότι γνωρίζει ότι η δαπάνη της καλλιεργείας δεν ήθελε καλυφθή υπό του προϊόντος συγκομιδής. Προς τι λ.χ. να κοπιάση τις όπως γείνη ελληνιστής, κινδυνεύων ν' αποθάνη της πείνης, ενώ γινόμενος κουμουνδουριστής δύναται ν' απολαύση τον επιούσιον άρτον του και έδραν εν τω Πανεπιστημίω;
** [[s:(Αποσπάσματα από ανέκδοτο έργο για τους Έλληνες της εποχής του Ροΐδη)|''Αποσπάσματα από ανέκδοτο έργο για τους Έλληνες της εποχής του Ροΐδη'']]
 
* Ἡ [[λύπη]], ἢν αἰσθανόμεθα διὰ τὴν στέρησιν φιλτάτου ὄντος, ὁμοιάζει τὴν ἐκρίζωσιν ὀδόντος· σφοδρὸς ὁ πόνος, ἀλλὰ στιγμιαῖος. Μόνοι οἱ ζῶντες προξενούσιν ἡμῖν διαρκεῖς λύπας. Τὶς πότε ἔχυσε ἐπὶ τοῦ τάφου ἐρωμένης τὸ ἥμισυ, τὸ ἑκατοστόν, τὸ χιλιοστὸν τῶν δακρύων, ἀφ' ὅσα διὰ τὴν κακίαν τῆς ἔχυνε καθ' ἡμέραν;
** [[s:Η Πάπισσα Ιωάννα/Μέρος Α|''Η Πάπισσα Ιωάννα'']] (1866), Μέρος Α
 
* Ἡ [[πλήξη|πλῆξις]] καὶ ἡ ἀργία εἶναι, νομίζω, τὰ κυριώτερα ἐλατήρια τῆς [[ευσέβεια|εὐσεβείας]].
** [[s:Η Πάπισσα Ιωάννα/Μέρος Β|''Η Πάπισσα Ιωάννα'']] (1866), Μέρος Β
 
* Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι.
 
* Ο ερωτών [...] κινδυνεύει να κατηγορηθή ως καθ' υπερβολήν απλοϊκός, ως αναζητητής ψύλλων εις τ' άχυρα, ως κοπανιστής αέρος, αν όχι και ως ιδιότροπος, δύστροπος, παράξενος, ασυμβίβαστος και ανάξιος να συγκαταλέγεται μεταξύ των εξύπνων Ρωμηών. Ο τίτλος διορθωτού του ρωμέικου κατήντησε ν' αμιλλάται κατά την γελοιότητα προς τον του τετραγωνισμού του κύκλου.
* Οι Άγγλοι έχουσι δύο [[πολιτική|βουλάς]], την άνω και την κάτω, ημείς μίαν μόνην ανωκάτω. ''Οστρακολογία''
** ''[[s:Ιστορία ενός τουφεκισμού|Ιστορία ενός τουφεκισμού]]'' (1896)
 
* Οι Άγγλοι έχουσι δύο [[πολιτική|βουλάς]], την άνω και την κάτω, ημείς μίαν μόνην ανωκάτω. ''Οστρακολογία''
** ''Οστρακολογία'' Ασμοδαίος 1875
 
* Ουδείς ποτέ ούτε δι' αμοιβής ούτε δια ραβδισμών κατώρθωσε να επιβάλη εις γάτον να πράξη όσα πράττουσιν οι σκύλοι, οι δούλοι και οι γελωτοποιοί.
** ''[[s:Ιστορία μιας γάτας|Ιστορία μιας γάτας]]'' (1893)
 
* Πλατωνικός [[έρωτας|έρως]] = μαλακόν παξιμάδιον διά τους μη έχοντας οδόντας.
 
* Πάντες φιλοτιμούμεθα να ὁμοιάσωμεν κατὰ τὶ τοὺς μεγάλους ἄνδρας, μιμούμενοι τὰ ἐλαττώματα αὐτῶν, ὁσάκις ἀδυνατοῦμεν να μιμηθῶμεν τάς ἀρετάς.
** [[s:Η Πάπισσα Ιωάννα/Μέρος Γ|''Η Πάπισσα Ιωάννα'']] (1866), Μέρος Γ
 
* Πλην των άλλων έχουν και τούτο το αλλόκοτον οι [[έρωτας|ερωτευμένοι]], ότι δεν δύνανται να εννοήσωσιν ούτε ότι ενδέχεται να πεινάσουν, όταν ήναι χορτάτοι, ούτε ότι ημπορούν να χορτάσουν, όταν ήναι πεινασμένοι.
**''[[s:Ψυχολογία Συριανού συζύγου|Ψυχολογία Συριανού συζύγου]]'' (1894)
 
* Σέβομαι τους [[θάνατος|νεκρούς]] και όταν ακόμη είναι ζωντανοί.
Γραμμή 21 ⟶ 47 :
 
* Το σκέπτεσθαι φρονίμως είναι πολλάκις συνώνυμον του μη σκέπτεσθαι.
** ''Άπαντα'', Τόμος Ε, φιλολογική επιμέλεια Άλκης Αγγέλου, εκδ. Ερμής (1978)
 
* Ως οι Ινδοί εις φυλάς, ούτω και οι Έλληνες ...διαιρούνται εις τρεις τοιαύτας: α) Εις Συμπολιτευόμενους, ήτοι έχοντες κοχλιάριον βυθίζωσιν τούτο εις την χύτραν τού προϋπολογισμού. β) Εις Αντιπολιτευόμενους, ήτοι μη έχοντας κοχλιάριον ζητούν επί παντί τρόπω να λάβωσιν τοιούτον. γ) Εις Εργαζομένους, ήτοι ούτε έχουν κοχλιάριον ούτε ζητούν τοιούτον, αλλά είναι επιφορτισμένοι να γεμίζωσι την χύτραν διά τού ιδρώτος των.
** ''Ασμοδαίος'' (1875-76)
 
== Εξωτερικοί σύνδεσμοι ==