• Γνώριζε ότι το τρυφερό δενδρύλλιο που κύπτει υπό την θύελλα, νικά διότι υποχωρεί Πιττακός
  • Εάν πρόκειται να υποχωρήσεις καν' το αμέσως και θα σε αποκαλούν μεγαλόψυχο. Αλλά αν υποχωρήσεις ύστερα από σκέψεις θα καταλάβουν ότι είσαι αδύναμος [Ροστάν Ζ.]
  • Η ισορροπία του φόβου πρέπει να παραχωρήσει τη θέση της στην ισορροπία της εμπιστοσύνης [Κόλινζ Ου.]
  • Να υποχωρείτε στα μεγάλα ζητήματα, αν νιώθετε ότι και εσείς, και ο συνομιλητής σας κατά κάποιο τρόπο έχετε δίκαιο: και υποχωρήστε στις μικρές διαφωνίες, έστω και αν γνωρίσετε καλά ότι εσείς έχετε το δίκαιο [Λίνκολ Α.]
  • Ο εξυπνότερος πάντα υποχωρεί! Τι μεγαλειώδης σκέψη! Εξηγεί γιατί στη γη κυριαρχεί η ανοησία [Έσεμπαχ Μ.]
  • Οι αδύναμοι άνθρωποι ποτέ δεν υποχωρούν, ειδικά εκεί που θα έπρεπε να το κάνουν [Καρδινάλιος ντε Ρέϊ]
  • Όποιος δεν ξέρει να υποχωρεί, δεν ξέρει και να αγαπά

Δείτε επίσης

επεξεργασία
 
Wiktionary logo
Το Βικιλεξικό έχει λήμμα που είναι σχετικό με τη σελίδα: