Προκατάληψη

η πεποίθηση εκείνη που δεν στηρίζεται σε λογική επιχειρηματολογία προς την οποία μάλιστα και αντιπαρατίθεται ανυποχώρητα
  • Εάν ένα ωραίο πρωί θα είχαμε ανακαλύψει, ότι από αυτή τη στιγμή όλοι οι άνθρωποι είναι μιας εθνότητας, μιας πίστης και μιας ράτσας, τότε μέχρι το μεσημέρι θα είχαμε επινοήσει καινούριες προκαταλήψεις.
    • [Τζ. Έικεν]
  • Είναι ευκολότερο να διασπάσεις ένα άτομο παρά μια προκατάληψη.
  • Η γνωριμία μαλάσσει την προκατάληψη.
    • [Πετρώνιος]
  • Η προκατάληψη είναι η κόρη της αμάθειας.
    • [Ου. Γκέζλιτ]
  • Μόρφωση: ένας τρόπος απόκτησης προκαταλήψεων πιο μεγάλου βαθμού.
    • [Λ. Πίτερ]
  • Νόμος: αποκρυστάλλωση των προκαταλήψεων της κοινωνίας.
  • Οι προκαταλήψεις μας είναι τόσο βαθιά ριζωμένες, ώστε ποτέ δεν τις βλέπουμε ως προκαταλήψεις, αλλά τις ονομάζουμε «κοινός νους».
  • Οι προκαταλήψεις: τα συντρίμμια παλιών αληθειών.
  • Οι προλήψεις είναι η θρησκεία των πνευματικά αδύνατων.
    • [Ε. Μπαρκέ]
  • Οι προλήψεις είναι η ποίηση της ζωής.
  • Πάθος και προκατάληψη κυβερνούν στον κόσμο, κάτω από το όνομα της λογικής.
  • Πολλοί άνθρωποι νομίζουν πως σκέπτονται, ενώ απλώς ανασχηματίζουν τις προκαταλήψεις τους.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

επεξεργασία
 
Wikipedia logo
Στη Βικιπαίδεια υπάρχει λήμμα σχετικό με:
 
Wiktionary logo
Το Βικιλεξικό έχει λήμμα που είναι σχετικό με τη σελίδα: