Ελληνικές παροιμίες/Κ
- Κάνεις το χωριάτη φίλο; Κράτα και κομμάτι ξύλο.
- Καλή ζωή ζει εκείνος που δεν έχει γυναίκα.
- Καβάλα πάν' στην εκκλησιά
- Κάηκε στο χυλό φυσάει και το γιαούρτι
- Καθ' ενού η πορδή, μόσχος του μυρίζει.
- Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται.
- Κάθε αρχή και δύσκολη.
- Κάθε εμπόδιο σε καλό.
- Κάθε εμπόδιο για καλό.
- Κάθε θαύμα τρείς μέρες, το μεγάλο τέσσερις.
- Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του.
- Κάθε μαχαλάς και τάξη, κάθε ρούγα και ζακόνι.
- Κάθε μέρα δεν είναι Πασχαλιά.
- Κάθε μέρα δεν είναι τ' Αϊ-Γιαννιού.
- Κάθε πράμα στον καιρό του και ο κολιός τον Αύγουστο.
- Κάθε σταλαματιά νερό τ' Απρίλη είναι ένα βαρέλι λάδι.
- Καθένας με την τρέλα του.
- Καθένας με τον πόνο του.
- Καημό που το 'χε η ρίγανη, που εκάη το καταράχι
- Και η κοσκινού τον άντρα της με τους πραματευτάδες.
- Και με τα χίλια βάσανα πάλι η ζωή γλυκιά είναι.
- Και με τα χίλια στ' φυλακή και με τα πεντακόσια.
- Και μ' εκατό στη φυλακή και με τα λίγα μέσα.
- Και το βόλι είναι μικρό, αλλά σκοτώνει και θεριό.
- Και ο άγιος φοβέρα θέλει.
- Και οι τοίχοι έχουν αυτιά.
- Και 'συ κακό χερόβολο και 'γω κακό δεμάτι.
- Και τ' αυγού το μέσα και τ' αυγού το έξω. (Ποντιακή)
- Και τα καλά δεχούμενα και τα κακά δεχούμενα.
- Και την πορδή σου δύναμη.
- Καινούργια αγάπη έπιασα, παλιά μου στάσου πίσω.
- Καινούργιο κοσκινάκι μου και πού να σ' ακουμπήσω.
- Καινούργιο κοσκινάκι μου και πού να σε κρεμάσω.
- Καιρός πανιά, καιρός κουπιά.
- Καιρός παντί πράγματι.
- Kάθε πράγμα στον καιρό του.
- Καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια.
- Κακή μοίρα έχεις άντρα μου, ούλοι 'πνιγήκανε και σύ εγλύτωσες.
- Κακό σκυλί ψόφο δεν έχει.
- Κακό χωριό τα λίγα σπίτια.
- Κακὸς ἀνὴρ μακρόβιος.
- Κακοῦ κόρακος κακὸν ὠόν.
- Καλά είν' τα ρουπακόφυλλα με το ρογί το λάδι.
- Καλά είν' τα πλατανόφυλλα με το ροΐ το λάδι.
- Καλά είν' τα φαρδομάνικα, μα είν' για δεσποτάδες.
- Καλή ζωή, κακή διαθήκη.
- Καλιμασιά και Νένητα, Πυργί και Βερβεράτο αυτά τα τέσσερα χωριά βάζουν τη Χίο κάτω. (Χιώτικη)
- Κάλλια εφτά στον πισινό, παρά μια στην κεφαλή.
- Κάλλια 'χω να με βλαστημούν, παρά να με λυπούνται.
- Κάλλιο αργά παρά ποτέ.
- Κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε.
- Κάλλιο λόγια στο χωράφι, παρά μάγκανα στ' αλώνι.
- Κάλλιο μια πορδή (ενν.: να αφήσω) παρά ένα ασκί άντερα (ενν.: να χάσω).
- Κάλλιο 'νας φρόνιμος οχτρός παρά 'νας φίλος παλαβός. (Κεφαλονίτικη)
- Κάλλιο πέντε και στο χέρι, παρά δέκα και καρτέρει.
- Κάλλιο πέντε κάρβουνα, παρά χίλια πρόβατα.
- Κάλλιστον εντάφιον η βασιλεία.
- Κάλλιο σταυρός στην πόρτα σου, παρά στην εδική μου.
- Κάλλιο χήρα κακομοίρα, παρά κακοπαντρεμένη.
- Κάλλιο στο παλούκι, πάρα σώγαμπρος. (Αρκαδία)
- Καλό γιατρό, καλό φίλο.
- Καλοκαιριά της Παπαντής, μαρτιάτικος χειμώνας.
- Καλόμαθε η γριά στα σύκα, θα φάει και τα συκόφυλα.
- Καλόμαθε η γριά στα σύκα, κι όλη μέρα τα εζήτα.
- Καλόμαθε η γριά στα σύκα, κι εμπαινόβγαινε κι εζήτα
- Καλομελέτα κι έρχεται.
- Κακομελέτα κι έρχεται.
- Καλογέροι για δουλειά, ούτε κρίση ούτε λαλιά. Καλογέροι για φαΐ, όλοι εδώ οι ορφανοί.
- Καλός καλό 'κε θωρεί, κακός κακό 'κε βλέπει. (Ποντιακή)
- Καλοχαιρέτα τον πεζό όταν καβαλικέψεις, για να σε χαιρετά κι αυτός όταν θα ξεπεζέψεις.
- Καλύτερα πρώτος στο χωριό, παρά δεύτερος στη πόλη.
- Κάλλιο πρώτος στο χωριό, παρά δεύτερος στη πόλη.
- Κάλλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρι.
- Καναπίτσα δωσαμε, καναπιτσόσπορο πήραμε.
- Κάνε Γιάννο μ' τη δουλειά σου, κι ύστερα και πάλι θειά σου.
- Κάνε με ξανά γαμπρό, να δεις πως καμαρώνω.
- Κάνε με σοφό, να σε κάνω πλούσιο.
- Κάνε το καλό και ρίξ’ το στο γιαλό.
- Κάνε φίλο το χωριάτη να σ' ανέβει στο κρεβάτι.
- Κάνεις το χωριάτη φίλο; Κράτα και κομμάτι ξύλο.
- Κανένας δεν άγιασε στον τόπο του.
- Κάποιο λάκκο έχει η φάβα.
- Καράβι που αργεί να 'ρθει, σκατά είναι φορτωμένο.
- Καράβι που αργεί, σκατά είναι φορτωμένο.
- Κάτα σο κρέας κι έφτασεν και είπεν: Παρασκευή έν'. (Ποντιακή)
- Κατά μάνα και πατέρα, κατά γιο και θυγατέρα.
- Κατά μάνα κατά κόρη κατά γιος και θυγατέρα.
- Κατά μάνα κατά κύρη (κατά γιο και θυγατέρα).
- Κατά μάνα κατά κύρη κάνανε και γιο ζαφείρι.
- Κατά που μου ψάλλεις, σου κανοναρχώ.
- Κατά πώς λένε τα κουκιά και μαρτυράει η φλάσκα, φέτος δεν θα ‘χουμε Λαμπρή μήτε του χρόνου Πάσχα! (Από την ιστορία του παπά με τα κουκιά)
- Κατά τ' αγώι κι ο αγωγιάτης.
- Κατά το μαστρο-Γιάννη και τα κοπέλια του.
- Κατά φωνή κι ο γαίδαρος.
- Κάτι τρέχει στα γύφτικα.
- Κι αλευρωμένος να 'ναι ο ποντικός, η γάτα τον γνωρίζει.
- Κι αν είσαι και παπάς, με την αράδα σου θα πας.
- Κι ο άγιος φοβέρα θέλει.
- Κίνησε ο Εβραίος για το παζάρι κι έλαχε μέρα Σάββατο.
- Κλαίγοντ' οι χήρες, κλαίγονται κι οι παντρεμένες.
- Κλαίν' οι χήρες, κλαιν' οι παντρεμένες, κλαιν' κι αυτές που 'χουν από δυό.
- Κλάφ'τα, Χαράλαμπε.
- Κλείδα την πόρτα σου και το γείτονά σου κλέφτα μη πιάνεις. (Ποντιακή)
- Κλωτσιούνται τ' άλογα και την πληρώνουν τα γαϊδούρια.
- Κοιμίσου και παρήγγειλα.
- Κόκκινα γένια, μάτια γαλανά, καρδιά του Ιούδα, ψυχή του σατανά.
- Κολοκύθια με τη ρίγανη.
- Κολοκύθια στο πάτερο.
- Κομίζει γλαύκα ες Αθήνας.
- Κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά.
- Κοντά στο νου κι η γνώση.
- Κοντακιανός λογαριασμός, παντοτινή αγάπη. (Αρκαδία)
- Κοντή γυναίκα πέρδικα, ψηλή σαλαμπαντάνα.
- Κοντός ψαλμός αλληλούια.
- Κόρακας κοράκου μάτι δε βγάζει.
- Κόρακος εξελεύσεται «κρα».
- Κόρακας να σε πιάσει. (το λέμε όταν βήχει πολύ κανείς)
- Κορώνας το μάτι γυαλίζει, θαρρούν ένι όλο άλειμμα. (Ποντιακή)
- Κοσμοκράτορας γίνεσαι, πλην στομοκράτορας 'κι επορείς. (Ποντιακή)
- Κότα πίτα το Γενάρη και παπί τον Αλωνάρη.
- Κουκκί το κουκκί γεμίζει το σακί.
- Κουκκιά μετρημένα.
- Κούνια που σε κούναγε...
- Κουτσοί, στραβοί στον άγιο Πανταλεήμονα.
- Κρασί σε πίνω για καλό και συ με πας στο βράχο.
- Κράτα με να σε κρατώ ν' ανεβούμε το βουνό.
- Κρένω 'γω τσαμπουνίζει κι ο άντρας μου.
- Κρυώνει σα γύφτος.
- Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι.
- Κυρά μου κοίτα τον άντρα σου και κόψε τη φορεσιά σου.
- Κυριακή κοντή γιορτή.
- Κώλος κλασμένος, γιατρός χεσμένος. (σκωπτικό-χιουμοριστική)
- Κωλος μαθημενος δεν ξεχναει ο καημενος